- ἀναθαρρῆσαν
- ἀναθαρσέωregain courageaor part act neut nom/voc/acc sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κλεόδημος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιουδαίος ιστορικός (3ος ή 2ος αι. π.Χ.). Ήταν γνωστός και με τις προσωνυμίες Προφήτης Μάλχος. Έγραψε ιουδαϊκή ιστορία από τα χρόνια του Αβραάμ, γενάρχη των Ιουδαίων, η οποία όμως περιέχει πολλές ανακρίβειες. Από αυτή… … Dictionary of Greek
Ναυαρίνο — Ιστορικός οικισμός της Μεσσηνίας, στο Ιόνιο, γνωστός σήμερα με την ονομασία Πύλος. Αναφέρεται επίσης ως Νιόκατρο ή Νεόκαστρο. ναυμαχία του Ν. Ναυτική σύγκρουση του τουρκοαιγυπτιακού στόλού με ενωμένες ναυτικές μοίρες του αγγλικού, γαλλικού και… … Dictionary of Greek